Μενου

Μελέτη για το "Τοπίο που τρέχει"

Κλιούν Ιβάν (1873-1943)

1915 | 25.3 x 19.6 εκ

Μολύβι σε χαρτί


Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης | Συλλογή Κωστάκη

MMA.CC4

Αγορά του Ελληνικού Κράτους από τους κληρονόμους της οικογένειας Κωστάκη


ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ

Είδος έργου: Σχέδιο

Θέμα: Μοντέρνα τέχνη, Ρωσική Πρωτοπορία, Κυβοφουτουρισμός

Τεχνικές: Σχέδιο


ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΡΓΟΥ

Ο Ivan Kliun στη "Μελέτη για το Τοπίο που Τρέχει" επιχειρεί να αποδώσει εικαστικά την κίνηση και την ταχύτητα χρησιμοποιώντας επαναληπτικές ακολουθίες του ίδιου μοτίβου, τεχνική που αποτελεί μια τυπικά φουτουριστική μέθοδο. Μέσα από αφαιρετικές αναγωγές στις οποίες υποβάλλει ένα συγκεκριμένο μοτίβο, εδώ το τοπίο, οδηγείται στον επίπεδο χώρο. Ουσιαστικά η γεωμετρική αναγωγή των φυσικών στοιχείων (σπίτια, τηλεγραφικοί στύλοι) αποτυπώνεται σαν μια ρυθμική διαδοχή κυκλικών και τριγωνικών μορφών κατανεμημένων σε παράλληλες ζώνες με διαγώνια δυναμική κατεύθυνση. Η μελέτη αυτή μαζί με δυο ακόμη που βρίσκονται στη Συλλογή Κωστάκη στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης αποτελούν τα προσχέδια του έργου "Τοπίο που τρέχει" που βρίσκεται σήμερα στην Πινακοθήκη Τρετιακόφ στη Μόσχα.

ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ

Ο Ivan Vasilyevich Kliun (Kliunkov) γεννήθηκε στο χωριό Μπολσίε Γκόρκι στην επαρχία Βλαντίμιρ. Από το 1881 έως το 1892 η οικογένεια μετακομίζει στην Καμένκα της Ουκρανίας για καλύτερες συνθήκες ζωής. Το 1892 ο Κλιουν μεταβαίνει στο Λομζ της Πολωνίας και πραγματοποιεί τις πρώτες σπουδές ζωγραφικής το 1896 στη Σχολή για την Προώθηση των Τεχνών της Βαρσοβίας. Το 1898 εγκαθίσταται στη Μόσχα, όπου βρίσκεται και η οικογένειά του, εργάζεται ως λογιστής και συνεχίζει τη ζωγραφική. Επισκέπτεται τα εργαστήρια των καλλιτεχνών Ilya Mashkov και του Fedor Rerberg και εκεί γνωρίζει τον Kazimir Malevich. Την περίοδο 1911-1916 τελεί ιδρυτικό μέλος του καλλιτεχνικού συνεταιρισμού «Σαλόν της Μόσχας» και συμμετέχει στις εκθέσεις του. Συμμετέχει σε εκθέσεις της πρωτοπορίας από το 1913, γίνεται μέλος της ομάδας «Ένωσης Νεολαίας» και της κοινότητας «Βαλές Καρό», γνωρίζεται με πολλούς καλλιτέχνες και γίνεται συνοδοιπόρους τους. Την περίοδο 1918-1921 είναι διευθυντής του Γραφείου Εκθέσεων του Τμήματος Εικαστικών Τεχνών του Λαϊκού Κομισαριάτου Διαφώτισης (ΝΑΡΚΟΜΠΡΟΣ), Καθηγητής Ζωγραφικής στα Ελεύθερα Κρατικά Καλλιτεχνικά Εργαστήρια (ΣΒΟΜΑΣ) και στα Ανώτερα Κρατικά Καλλιτεχνικά και Τεχνικά Εργαστήρια (ΒΧΟΥΤΕΜΑΣ). Το 1922 συμμετείχε στην Πρώτη Ρωσική Καλλιτεχνική Έκθεση στην Galerie Van Diemen στο Βερολίνο και στη συνέχεια στο Stedelijk Museum στο Άμστερνταμ. Τα επόμενα χρόνια συνεχίζει τη δημοσίευση θεωρητικών κειμένων, σχεδιάζει μια σειρά φουτουριστικών εκδόσεων και ασχολείται με την εικονογράφηση βιβλίων. Στρέφεται προς τον Πουρισμό και δημιουργεί νεκρές φύσεις με εμφανείς τις επιρροές, ενώ το 1934 ανακοινώνει το ενδιαφέρον του για την επιστροφή στη ρεαλιστική ζωγραφική. Πεθαίνει στη Μόσχα το 1943.