Μαίανδροι ΙΙΙ - Μελέτη σύνθεσης με νέον που υποδεικνύει διαφορετικές φάσεις φωτεινότητας του σωλήνα που πρέπει να ρυθμίζεται από χρονοδιακόπτη
Χρύσα (Βαρδέα-Μαυρομιχάλη) (1933-2013)
78 x 51 εκ
Τέμπερα σε φωτογραφικά τυπωμένο χαρτί
Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
MCA.SMCA.C408
Δωρεά Αλέξανδρου Τζώνη και Λιάν Λεφέβρ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ
Είδος έργου: Σχέδιο, Φωτογραφική εκτύπωση
Θέμα: Ζωγραφική, Μελέτη
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΡΓΟΥ
Η Χρύσα μεταβαίνει το 1954 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον», να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον και να «αναλύει» γράμματα. Στην ενότητα Μαίανδροι πειραματίζεται διαρκώς με τα χρώματα και επιδιώκει τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία, καθώς και την ένταση της φωτεινότητάς τους με τη χρήση σωλήνων νέον διαφορετικών τύπων. Τα γλυπτά εγκιβωτίζονται σε κουτιά από πλεξιγκλάς, για τα οποία επιλέγει ένα βαθύ γκρι χρώμα και τοποθετούνται σε βάθρα που βάφονται με το ίδιο γκρι ή μαύρο χρώμα και εμπεριέχουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό (ροοστάτες, μετασχηματιστές), καθώς η Χρύσα επιθυμεί να είναι ορατός ο εξοπλισμός αυτός. Τα κουτιά αποτελούν λειτουργικό-αναπόσπαστο μέρος των γλυπτών: αφενός προστατεύουν τους εύθραυστους σωλήνες και αφετέρου δημιουργούν νυχτερινή ατμόσφαιρα υποβάλλοντας τη δραματική αντίθεση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Για να ενισχύσει αυτήν την αντίθεση η Χρύσα τοποθετεί έναν χρονοδιακόπτη μέσα στο βάθρο και τον ρυθμίζει ώστε να διακόπτει ανά διαστήματα τη συνεχή ροή του φωτός, δημιουργώντας στιγμές σκοταδιού. Ή άλλοτε να διακόπτει τη ροή σε μέρος της σύνθεσης, ενώ το υπόλοιπο μέρος παραμένει φωτεινό. Για να ρυθμίσει το χρονική απόκλιση του χρονοδιακόπτη κάνει κάποιες μαγνητοφωνήσεις, τις οποίες ονομάζει «σχέδια»: σε αυτές χρησιμοποιεί το αλφάβητο ή ένα μόνο γράμμα του, αλλάζοντας κάθε φορά τη χρονική διάρκεια μέτρησης μεταξύ των γραμμάτων. Για τη Χρύσα, όμως, δεν είναι μόνο η έννοια του χρόνου, του ρυθμού ή του μέτρου της γλώσσας της, η ιδέα της αναπνοής, αλλά και η πίστη της ότι τα γλυπτά της μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα, χωρίς την τεχνολογία.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
Η Χρύσα (Βαρδέα-Μαυρομιχάλη) γεννήθηκε στην Αθήνα το 1933. Σπούδασε στο Παρίσι (Académie de la Grande Chaumière, 1953-54) και στο Σαν Φρανσίσκο (California School of Fine Arts, 1954-55). Από το 1955 εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Νέα Υόρκη. Πηγή της έμπνευσής της αποτελούν εικόνες και φαινόμενα της σύγχρονης ζωής των μεγαλουπόλεων, ενώ ξεχωρίζουν σημεία και σύμβολα που κυριαρχούν στο γραπτό λόγο της μαζικής επικοινωνίας, σε έντυπα και επιγραφές. Ήδη από τα πρώιμα έργα της (π.χ. Κυκλαδικά Βιβλία, 1957-1962) ξεχωρίζει η καθαρά εικαστική αντιμετώπιση των γλωσσικών συμβόλων, ενώ τη δεκαετία του 1960 αναπτύσσει το γνωστότερο χαρακτηριστικό της δουλειάς της, τη χρήση των φωτεινών σωλήνων με νέον σε διάφορα σχήματα και χρώματα, κάνοντας σαφή αναφορά στη λάμψη των διαφημιστικών πινακίδων (π.χ. Οι Πύλες της Times Square, 1964-1966). Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 εργάστηκε για ένα διάστημα στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας ως εργαστήριο την αίθουσα ενός παλιού κινηματογράφου. Από το 2007 έζησε μόνιμα στην Αθήνα έως το θάνατό της το 2013.